- εἰλήχει
- λαγχάνωobtain by lotplup ind act 3rd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
οπόστος — ὁπόστος, η, ον (Α) 1. πόσος ως προς τον αριθμό, ως προς τη θέση που κατέχει σε μια αριθμητική σειρά («ὁπόστος εἰλήχει» τί αριθμό είχε πετύχει με την κλήρωση, Πλάτ.) 2. φρ. «ὁπόστος εἰμὶ» ή «ὁπόστος γίγνομαι ἀπό τινος» πόσες γενιές απέχω από… … Dictionary of Greek